Ο καρκίνος παχέος εντέρου αποτελεί την τρίτη συχνότερη κακοήθη νόσο τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, η οποία εμφανίζεται μετά το 50ό έτος. Για το λόγο αυτό προτείνεται η πρώτη κολονοσκόπηση να γίνεται σε αυτήν την ηλικία. Τα μισά περιστατικά καρκίνου εντέρου εντοπίζονται στο ορθό και το σιγμοειδές. Αυτά είναι τα τελικά τμήματα του παχέος εντέρου που εκεί παραμένουν τα κόπρανα πριν αποβληθούν και είναι πιο εκτεθειμένα στα τοξικά απόβλητα του οργανισμού.
Ποιοι οι προδιαθεσικοί παράγοντες του καρκίνου παχέος εντέρου;
Ο καρκίνος παχέος εντέρου παρουσιάζει κάποιους παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να αυξήσουν τις πιθανότητες εμφάνισής του. Αυτοί είναι οι ακόλουθοι:
- Ηλικία άνω των 50 ετών
- Ιστορικό ασθενούς με πολύποδες ή καρκίνο του εντέρου
- Φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου όπως, η νόσος Crohn ή ιστορικό ελκώδους κολίτιδας
- Κληρονομικά σύνδρομα πολυποδίασης εντέρου
- Πλούσια διατροφή σε λίπη και χαμηλή σε φυτικές ίνες
- Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου
- Παχυσαρκία
- Ζαχαρώδης διαβήτης
- Ακτινοβολία
- Αλκοόλ
- Κάπνισμα
- Καθιστική ζωή
Τι συμπτώματα παρουσιάζει ο καρκίνος παχέος εντέρου;
Ο καρκίνος παχέος εντέρου παρουσιάζει τα εξής συμπτώματα:
- Αλλαγή στη σύσταση των κοπράνων, διάρροια ή δυσκοιλιότητα που διαρκούν πάνω από 4 εβδομάδες
- Αίμα στα κόπρανα ή αιμορραγία
- Πόνοι στην κοιλιά, αδιαθεσία
- Αδυναμία
- Ανεξήγητη απώλεια βάρους
Συχνά οι περισσότεροι ασθενείς δεν έχουν συμπτώματα στα αρχικά στάδια συνεπώς η προληπτική κολονοσκόπηση μετά τα 50 είναι η καλύτερη μέθοδος για πρόληψη.
Μπορεί ο καρκίνος παχέος εντέρου να παρουσιάσει επιπλοκές;
Οι επιπλοκές που μπορεί να παρουσιάσει ο καρκίνος παχέος εντέρου είναι η απόφραξη και η αιμορραγία. Όταν εμφανιστούν επιπλοκές συνήθως η χειρουργική επέμβαση γίνεται άμεσα. Η απόφραξη παρουσιάζει πόνους, φούσκωμα, τάση για εμετό και αδυναμία αποβολής αερίων ή κοπράνων. Η αιμορραγία συνήθως εμφανίζεται με διάρροια.
Ποια είναι η θεραπεία για τον καρκίνο παχέος εντέρου;
Η θεραπεία του καρκίνου παχέος εντέρου επιτυγχάνεται με χειρουργική επέμβαση. Η επέμβαση αυτή ονομάζεται κολεκτομή και περιλαμβάνει το τμήμα του εντέρου που περιέχει τον όγκο.
Ο καλύτερος τρόπος ώστε να αποφευχθεί ο καρκίνος παχέος εντέρου είναι η πρόληψη, η οποία γίνεται με την κολοσκόπηση και πρέπει να γίνεται από έμπειρο γαστρεντερολόγο. Η ηλικία που πραγματοποιείται η πρώτη κολονοσκόπηση είναι τα 50 έτη, εκτός βέβαια αν υπάρχει κληρονομικότητα ή συμπτώματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις η κολονοσκόπηση πρέπει να γίνεται νωρίτερα. Αναμένεται βέβαια στα επόμενα χρόνια, το όριο έναρξης της κολονοσκόπησης να μειωθεί και να ξεκινάει από τα 45 έτη.
Ο υγιεινός τρόπος ζωής μειώνει τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου. Όταν λοιπόν ο καρκίνος παχέος εντέρου αντιμετωπίζεται άμεσα και σωστά, τα ποσοστά επιβίωσης είναι υψηλά. Οποιαδήποτε αλλαγή στη λειτουργιά του εντέρου που επιμένει περισσότερο από μια εβδομάδα πρέπει να ελέγχεται, είτε αυτή είναι δυσκοιλιότητα είτε διάρροια που επιμένει χωρίς εμφανή λόγο.
Κολονοσκόπηση για πρόληψη καρκίνου του παχέος εντέρου
Με επικεφαλής τον καθηγητή Mikael Brethauer από το Νορβηγικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Όσλο, η μελέτη NordICC (Nordic-European Initiative on Colorectal Cancer) ανέλυσε σχολαστικά δεδομένα από σχεδόν 85.000 άτομα ηλικίας 55 έως 64 ετών σε τέσσερα ευρωπαϊκά κράτη (Νορβηγία, Σουηδία, Πολωνία και Ολλανδία). Οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν τυχαία είτε να υποβληθούν σε κολονοσκόπηση είτε όχι. Σε διάστημα δέκα ετών, όλα τα άτομα παρακολουθήθηκαν για να αξιολογηθεί το αντίκτυπο της κολονοσκόπησης στη συχνότητα διάγνωσης του καρκίνου του εντέρου και στα ποσοστά θνησιμότητας.
Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας, το 1,2% των ατόμων που απείχαν από την κολονοσκόπηση διαγνώστηκαν με καρκίνο του εντέρου, σε σύγκριση με το 0,98% στην ομάδα των ατόμων που έκαναν κολονοσκόπηση – μια αξιοσημείωτη μείωση 18% στις νέες περιπτώσεις καρκίνου του παχέος εντέρου. Οι ερευνητές σχεδιάζουν να ακολουθήσουν μελέτη για τα άτομα που συμμετείχαν ώστε να αξιολογήσουν εάν η αποτελεσματικότητα της κολονοσκόπησης στη μείωση της θνησιμότητας βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου. Τα επόμενα ευρήματά τους αναμένονται σε δύο χρόνια.